Διακήρυξη εννέα σημείων που εισηγήθηκε ο πρόεδρος του ΤΕΕ Γιάννης Αλαβάνος ως διακήρυξη των μηχανικών,  στην Πανελλαδική Σύσκεψη της Διοικούσας Επιτροπής και των ΠΤ του ΤΕΕ

Οι μηχανικοί, όπως όλοι οι Έλληνες, βιώνουμε έντονα την οικονομική κρίση και τις συνέπειές της. Αισθανόμαστε γι’ αυτό την ανάγκη, ως επιστήμονες, εργαζόμενοι και πολίτες, να καταθέσουμε με υπευθυνότητα τις θέσεις μας για την συγκυρία και τις προτάσεις μας για την έξοδο απ’ αυτή.

1. Η κρίση είναι το αποτέλεσμα λανθασμένων  πολιτικών και αναπτυξιακού μοντέλου.

Η Ελλάδα είναι σήμερα στο στόχαστρο εκείνων που συνέβαλαν στην εμφάνιση της παγκόσμιας κρίσης. Δέχεται αλλεπάλληλες άγριες επιθέσεις από κερδοσκόπους. Αν και δεν είναι η μόνη χώρα στην ΕΕ με δομικές αδυναμίες, γίνεται πειραματόζωο για τη δοκιμή των νέων κανόνων πειθαρχίας που θα αντικαταστήσουν το Σύμφωνο Σταθερότητας. Οι εργαζόμενοι υφίστανται τις συνέπειες μέτρων που αγγίζουν τα όρια των αντοχών τους ή και τα ξεπερνάνε.

Η αιτία όλων αυτών είναι ξεκάθαρη: Βρίσκεται στις αδιέξοδες οικονομικές πολιτικές. Βρίσκεται στο στρεβλό αναπτυξιακό μοντέλο που ακολούθησε η χώρα επί δεκαετίες. Βρίσκεται σε βαθιά ριζωμένες νοοτροπίες και πρακτικές.

2. Η κρίση υπαγορεύει βαθιές αλλαγές. Απαιτεί σχεδιασμό δεκαετίας  και όχι εισπρακτική διαχείριση.

Η κρίση είναι ταυτόχρονα μια μοναδική ευκαιρία για την χώρα: Να εγκαταλείψουμε οριστικά τα λάθη και τις αγκυλώσεις του χθες και να σχεδιάσουμε το αύριο.

Τα εισπρακτικά μέτρα από μόνα τους δεν είναι λύση. Η μείωση των μισθών, η  μείωση των αποδοχών της συντριπτικής πλειοψηφίας των ελεύθερων επαγγελματιών, και μάλιστα μόνο αυτές,  δεν μπορούν να υποκαταστήσουν τη «χαμένη δυνατότητα» της υποτίμησης του νομίσματος. Αντίθετα θα οδηγήσουν σε ακόμη μεγαλύτερη συμπίεση της οικονομικής δραστηριότητας, σε συρρίκνωση εντέλει των κρατικών εσόδων.

Ο μόνος δρόμος που εγγυάται την έξοδο από την κρίση περνά μέσα από μια μακροχρόνια και δομική στρατηγική. Έναν αναπτυξιακό σχεδιασμό δεκαετίας, με τη συμμετοχή ολόκληρης της κοινωνίας, που θα προσδιορίζει στόχους ανάπτυξης σε συγκεκριμένους τομείς της εθνικής οικονομίας, στα πλαίσια του  διεθνούς  ανταγωνισμού.

3. Να αξιοποιήσουμε επιτέλους σοβαρά το επιστημονικό μας δυναμικό.

Σ’ αυτή την προσπάθεια, το επιστημονικό δυναμικό της χώρας μπορεί και πρέπει να γίνει κύρια δύναμη ανάταξης. Τα περιθώρια δράσης είναι τεράστια. Η Ελλάδα είναι τελευταία στις χώρες του ΟΟΣΑ σε εισαγωγή νέων τεχνολογιών, αξιοποίησης της καινοτομίας και της έρευνας. Είναι πρώτη στις χώρες της ΕΕ στην ανεργία των νέων επιστημόνων.

Η αξιοποίηση της γνώσης και των ικανοτήτων των ελλήνων επιστημόνων, σημαίνει περισσότερες, καλύτερες, πιο ασφαλείς  θέσεις εργασίας για όλους τους εργαζόμενους.

4. Η αντιμετώπιση των μηχανικών είναι ενδεικτική της παθογένειας.

Οι έλληνες διπλωματούχοι μηχανικοί είναι 108.000, αριθμός τριπλάσιος από το μέσο όρο των χωρών της ΕΕ. Αποτελούν το 2% του ενεργού πληθυσμού. Υπηρετούν την ανάπτυξη, την τροφοδοτούν και τρέφονται από αυτήν. Έχουν σπουδάσει με δαπάνες του κράτους και των οικογενειών τους.

Σήμερα οι μηχανικοί αντιμετωπίζουν μεγάλο πρόβλημα απασχόλησης και επισφαλείς συνθήκες εργασίας.

Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον, αντί να σχεδιάζεται η αξιοποίηση των μηχανικών στην αναπτυξιακή πορεία της χώρας, γίνονται στόχος αποπροσανατολισμού και παραπληροφόρησης, άδικα και λανθασμένα.

5. Το «άνοιγμα» του ήδη ανοιχτού επαγγέλματος των μηχανικών

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η συζήτηση για τα κλειστά επαγγέλματα.

Οι μηχανικοί έχουν ήδη ένα σύστημα ελεύθερης πρόσβασης. Το 35% των ελλήνων σπουδαστών στο εξωτερικό φοιτούν για να γίνουν μηχανικοί, και γίνονται. Είκοσι πέντε στους εκατό νέους εγγεγραμμένους στο ΤΕΕ έχουν φοιτήσει σε σχολές του εξωτερικού, ισότιμες με τα ελληνικά πολυτεχνεία.

Όσοι εργάζονται ως αυτοαπασχολούμενοι, έχουν ένα ελάχιστο όριο διατίμησης των αμοιβών τους αισθητά χαμηλότερο από αυτό των χωρών της ΕΕ, προσδιορισμένο στο ευρωπαϊκό δίκαιο και κατοχυρωμένο στην ελληνική νομοθεσία. Δεν τους αφορά η  σχετική συζήτηση. Τους αφορούν  οι εργαζόμενοι που θα έρχονται με βάση την οδηγία Μπολκεστάιν να δουλέψουν στην Ελλάδα μεταφέροντας ασφαλιστικά δικαιώματα και όρους εργασίας των χωρών τους. Το μόνο όριο που θέτει το ΤΕΕ είναι να σπουδάζουν τόσοι, όσους μπορούν να εγγυηθούν τα Πολυτεχνεία για το επίπεδο των σπουδών τους.

6. Οι προτεινόμενες ρυθμίσεις σε ασφαλιστικό και φορολογικό  είναι άδικες, ατελέσφορές και οδηγούν τον κλάδο σε μαρασμό.

Η θέση των μηχανικών είναι σαφής: Λύση τόσο για έσοδα του κράτους, όσο και για το ασφαλιστικό είναι η απασχόληση, κι όχι η αφαίμαξη κι η εξώθηση στην ανεργία. Σε κάθε περίπτωση είμαστε σταθεροί στην πεποίθησή μας ότι η λογική της αναδιανομής υπέρ των ασθενέστερων εισοδηματικά πολιτών πρέπει να ισχύσει και για τα δύο συστήματα.

Τα μέτρα που προτείνονται για το φορολογικό και το ασφαλιστικό όχι μόνο δεν θα αποδώσουν τα προσδοκώμενα από την Κυβέρνηση αποτελέσματα, αλλά  και θα οδηγήσουν με βίαιο τρόπο χιλιάδες μηχανικούς εκτός αντικειμένου εργασίας.

Ήδη   στη διάρκεια του 2009 μόλις 26.041 διπλωματούχοι μηχανικοί και τεχνολόγοι δήλωσαν εισοδήματα από μελέτες και επιβλέψεις ιδιωτικών έργων, έναντι περίπου 50.000 που δήλωσαν αντίστοιχα εισοδήματα την προηγούμενη τριετία (δηλαδή μόλις το 53%) ! Το  μέσο ακαθάριστο εισόδημα απ’ αυτή την κατηγορία αμοιβών το 2009 ήταν μόλις 11.128 ευρώ, 22% χαμηλότερο σε σχέση με το 2008 (οι αμοιβές στο σύνολό τους το 2009 ήταν 30% υψηλότερες από ότι θα προέκυπτε, αν, σε όλες τις περιπτώσεις, δηλώνονταν οι ελάχιστες προβλεπόμενες από το νόμο). Πριν ολοκληρωθεί το πρώτο δίμηνο του 2010, οι συναλλαγές αυτής, πάντα, της κατηγορίας εμφανίστηκαν σε αριθμό κατά 37% λιγότερες σε σχέση με το 2008, ενώ τα αναλογούντα σ’ αυτές έσοδα κατά 24% μικρότερα.

Ως προς το φορολογικό, το σύστημα που ισχύει σήμερα για τους αυτοαπασχολούμενους, ελεύθερους επαγγελματίες μηχανικούς, είναι σύστημα αμιγώς λογιστικό. Στηρίζεται στα βιβλία εσόδων-εξόδων, στον υπολογισμό των καθαρών εσόδων από την αφαίρεση επί των ακαθαρίστων των δαπανών. Ο υπολογισμός των δαπανών, αναγομένων σε ετήσια βάση [επειδή οι δαπάνες πραγματοποιούνται σε διαφορετική χρονιά από τα έσοδα],  στη Ζ πηγή, όπου δεν ισχύουν οι προβλέψεις της Δ πηγής, γίνεται  με χρήση δεικτών που προκύπτουν από την κοινή πείρα. Και όπου η απόκλιση μεταξύ θεωρητικά προκυπτουσών και δηλούμενων δαπανών είναι υπερβολική, οι δείκτες αυτοί αυξάνονται.

Με το ισχύον σύστημα, οι φόροι συλλέγονται αδαπάνως για το κράτος, προεισπράττονται στο μεγαλύτερο ποσοστό και τα έσοδα είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία εμφανή. Τα  έσοδα του κράτους για το ίδιο αντικείμενο εργασίας είναι περισσότερα από τη Ζ πηγή φορολόγησης παρά από τη Δ πηγή (ΑΕ και ΕΠΕ).

Η προτεινόμενη επαναφορά στο προ 18ετίας σύστημα θα μειώσει τα κρατικά έσοδα. Οι μηχανικοί θα καταβάλουν μεγαλύτερα ποσά όχι προς την κατεύθυνση του κράτους, αλλά για την αγορά ψευδών δελτίων παροχής υπηρεσιών [που θα είναι αφορολόγητα] και την εξαγορά αυτών που θα επανέλθουν, άσχετοι όντες, ως κριτές του ύψους των αμοιβών τους. Στο όνομα του ακριβούς υπολογισμού της διαφοράς εσόδων από έξοδα θα δημιουργηθεί ένας μηχανισμός που θα επηρεάζει τα έσοδα και θα κάνει τις δαπάνες εικονικές. Θα έχει ως βέβαιη κατάληξη τον σκληρότατο αθέμιτο ανταγωνισμό, την πτώση των πραγματικών εσόδων, χαμηλή ποιότητα μελετών και έργων.

Δεν μπορούμε να δεχθούμε αυτήν την αλλαγή. Δεν έχει την παραμικρή νομιμοποιητική βάση.

Σε ό,τι αφορά το ασφαλιστικό:

Δεν ξεχνάμε ότι το ταμειακό πρόβλημα των ασφαλιστικών φορέων ξεκίνησε από την εποχή που το κράτος αξιοποιούσε ουσιαστικά άτοκα τα αποθεματικά που δημιουργούσαν τα υγιή ταμεία σε περίοδο μεγάλου πληθωρισμού. Το έλλειμμα εκτινάχθηκε πρόσφατα σε όσα ταμεία μπλέχθηκαν σε υποθέσεις δομημένων ομολόγων και δεν είχαν ισχυρό τον έλεγχο από τους εκπροσώπους των ασφαλισμένων.

Το  πείραμα του ΕΤΑΑ έχει αποτύχει ήδη από τη γέννηση του. Η υποχώρηση ως προς το επίπεδο νοσοκομειακής και φαρμακευτικής περίθαλψης που παρείχε το ΤΣΜΕΔΕ είναι αδικαιολόγητη, ενώ το Ταμείο υφίσταται αναίτια οικονομική και γραφειοκρατική επιβάρυνση,.

Το Κράτος δεν μπορεί να χρωστά στο ΤΣΜΕΔΕ, να του αφαιρεί πόρους μετονομάζοντας «κοινωνικούς» τους εργοδοτικούς πόρους και ταυτόχρονα να χαρίζει τις ασφαλιστικές εισφορές από τα μεγάλα έργα.

Σύμφωνα με την πλέον πρόσφατη αναλογιστική μελέτη, το ΤΣΜΕΔΕ έχει εξασφαλισμένη βιωσιμότητα ως τουλάχιστον το 2040. Δεν υπάρχει κανένα συνταγματικό ή ηθικό έρισμα για τη δήμευση του αποθεματικού του και την κατάσχεση της εξ αδιαιρέτου περιουσίας των ασφαλισμένων. Μια τέτοια ενέργεια θα κάνει αδύνατη τη λήψη εγγυητικών, τη χρηματοδότηση εργασιών και την προείσπραξη αμοιβών για χιλιάδες μηχανικούς, στερώντας το ΤΣΜΕΔΕ από έναν βασικό πόρο του και εξοβελίζοντας παράλληλα από το επάγγελμα χιλιάδες μηχανικούς.

Θα αγωνιστούμε ώστε:

Το ΤΣΜΕΔΕ να συνεχίσει να ασφαλίζει την ιδιότητα. Να παρέχει υπό τους ισχύοντες όρους την κύρια σύνταξη. Να διαχειρίζεται τα αποθεματικά του χωρίς ρίσκο και με ταχύτερους ρυθμούς υπέρ της δράσης των ασφαλισμένων μελών του, στηρίζοντας έτσι την αναθέρμανση της πραγματικής οικονομίας. Να λειτουργήσει ο, ακόμα ανενεργός, ειδικός κλάδος παροχών του ΤΣΜΕΔΕ.

7. Δεν νοείται αντιμετώπιση της κρίσης χωρίς στήριξη της απασχόλησης και της ανάπτυξης.

Η έξοδος από την κρίση είναι εφικτή, αρκεί να ενισχυθεί με τρόπο σοβαρό και συστηματικό η απασχόληση, η ανάπτυξη και η παραγωγικότητα.

Για τους μηχανικούς, οι δυνατότητες άμεσης δημιουργίας θέσεων εργασίας είναι τεράστιες. Αφορούν ή σχετίζονται άμεσα με αναγκαίες δράσεις όπως:

– Παρεμβάσεις στα υπάρχοντα κτίρια, (εξοικονόμηση ενέργειας, ασφάλειας, λειτουργικότητας), με ελάχιστο κόστος για το κράτος.

– Στελέχωση των τεχνικών υπηρεσιών του Δημόσιου Τομέα (ο μέσος όρος ηλικίας των μηχανικών στο δημόσιο είναι τουλάχιστον μια δεκαετία πάνω από το μέσο όρο ηλικίας  των μηχανικών συνολικά).

– Ανατροπές στο ΕΣΠΑ σε ότι αφορά τις διαδικασίες, τη γραφειοκρατία, τη χρήση γλώσσας μυστών που αποτρέπει εσαεί κάθε έλεγχο, τις τεχνικές υπηρεσίες, την ύπαρξη ωρίμων μελετών, την παραγωγή έργων που θα ανατροφοδοτούν την οικονομία.

– Ενίσχυση και αναδιάταξη του ΠΔΕ.

– Εκπόνηση από κάθε δημόσια αρχή προκαταρκτικών μελετών για τα έργα που θέλει να προωθήσει. Δημιουργία φακέλου (ν3316/2005)  για κάθε έργο.

-Ολοκλήρωση των μελετών για όσα έργα αποδεικνύεται ότι καλύπτουν κοινωνικές ανάγκες, εντάσσονται σε ένα συνολικό σχεδιασμό, και εξασφαλίζονται πόροι.

– Εισαγωγή νέων τεχνολογιών, καινοτομικών λύσεων, εκσυγχρονισμός εγκαταστάσεων στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Η διαχείριση των αποβλήτων, η πρόληψη και ο  έλεγχος της  ατμοσφαιρικής  ρύπανσης, η ανακύκλωση.

– Έλεγχος της αυθαίρετης δόμησης.

– Επιτάχυνση του πολεοδομικού  σχεδιασμού.

– Έργα αναπλάσεων των πόλεων.

– Επιτάχυνση του Κτηματολογίου και της σύνταξης δασικών χαρτών με την αξιοποίηση των ήδη δεσμευμένων πόρων.

– Υλοποίηση μικρών και μεγάλων έργων πνοής στην περιφέρεια, στα πλαίσια ενός συνολικού εθνικού σχεδιασμού.

Σε ότι  αφορά τα δημόσια έργα και τις μελέτες διεκδικούμε:

–          Ρεαλιστικούς προϋπολογισμούς για τη δημοπράτηση των έργων, πλήρεις και εφαρμόσιμες μελέτες, υπολογισμό του ανεκτέλεστου της επιχείρησης, πιστοποίηση υπεργολάβων, κατάργηση της απευθείας ανάθεσης έργων, κατάργηση ειδικών φωτογραφικών όρων, χρήση του συστήματος μελέτης – κατασκευής σε εξαιρετικές και απόλυτα αιτιολογημένες περιπτώσεις, άμεση χρηματοδότηση του συστήματος σύνταξης των φακέλων των έργων, απεμπλοκή μικρομεσαίων έργων από το πρόγραμμα ΣΔΙΤ και ένταξη τους στο ΠΔΕ ή ΕΣΠΑ, θέσπιση του Μητρώου Συντελεστών Έργων (ΜΗΣΙΕ).

–          Φυσιολογική ανανέωση του μελετητικού και εργοληπτικού δυναμικού, και κίνητρα για να είναι ισχυρό στην περιφέρεια.

–          Καθολικό, απλό, γρήγορο και δίκαιο στην εφαρμογή του θεσμικό πλαίσιο για τις μελέτες.

–          Εμπέδωση της διαφάνειας με την ενοποίηση των πληροφορικών συστημάτων των Υπουργείων και τη δημιουργία ενιαίας εθνικής πλατφόρμας πληροφορικών δεδομένων.

Θα ήταν καταστροφικό η προώθηση αναγκαίων θεσμικών μέτρων, όπως η διοικητική αναδιάρθρωση της χώρας, η βελτίωση των θεσμικών πλαισίων έργων και μελετών, να συνδυασθεί με το πάγωμα έργων και μελετών. Η συζήτηση του θεσμικού πλαισίου δεν πρέπει να παρακάμψει τα ζητήματα της τιμολόγησης με ένα αξιόπιστο σύστημα, του επιπέδου των μελετών, της επίβλεψης, της ποιότητας, της παραλαβής,  της συντήρησης, ακόμα και της απόσυρσης των έργων.

Ο τομέας της οικοδομής, και γενικότερα της κατασκευαστικής δραστηριότητας πρέπει να ενισχύεται σε περιόδους οικονομικής κρίσης. Το διαπιστώνουμε ως πολιτική στις αναπτυγμένες χώρες που δεν είχαν στηριχθεί, όπως η Ελλάδα, τα προηγούμενα χρόνια, στην κατασκευή. Η οικοδομή δημιουργεί ένταση εργασίας καθώς παράγει για κάθε μία θέση στις κυρίως οικοδομικές εργασίες δυο παράπλευρες, συμβάλλει στη γρήγορη ανακύκλωση του χρήματος στην πραγματική οικονομία, παράγει εσωτερική στο σύνολο της προστιθέμενη αξία και ενισχύει το πιο δυναμικό τμήμα της ελληνικής βιομηχανίας.

Με την επίγνωση ότι ανεξαρτήτως της κρίσης, δεν πρόκειται να συνεχισθεί ο ίδιος αριθμός ανέγερσης νέων κατοικιών στο μέλλον, παρότι ήδη καταγράφεται μερική γήρανση του οικιστικού αποθέματος, και με το δεδομένο ότι καταγράφεται μια αυξανόμενη, ήδη μεγάλη ανεργία,  ζητάμε:

–          Οι νέες κατοικίες να στηρίζονται στην βιοκλιματική αρχιτεκτονική, στην εξοικονόμηση ενέργειας, σε ένα καλύτερο πολεοδομικό περιβάλλον.

–          Να υπάρξει ουσιαστική ανταπόκριση στη ζήτηση για κοινωνική κατοικία.

–          Να ενισχυθούν  άμεσα  παρεμβάσεις  για εξοικονόμηση ενέργειας, στατική επάρκεια και αισθητική στα υπάρχοντα κτίρια.

–          Να αποκτήσει η χώρα σαφές και ασφαλές δίκαιο για την οικοδομή.

Για το σχεδιασμό στο χώρο, για να έχουμε επιτέλους τη δυνατότητα να χαράξουμε το όραμά μας για τις πόλεις που θέλουμε, διεκδικούμε:

–          Να θεσμοθετηθούν παντού χρήσεις γης ώστε να απαλλαγούμε από την ντροπή της «εκτός σχεδιασμού» περιοχής.

–          Να επιταχυνθούν οι διαδικασίες πολεοδόμησης.

–          Να προωθηθούν ευρείες αναπλάσεις.

–          Να εκσυγχρονιστεί ο τρόπος έκδοσης οικοδομικών αδειών.

–          Να γίνει απρόσωπος και άρα αντικειμενικός και διαφανής ο έλεγχος των μελετών από ηλεκτρονικές πολεοδομίες με πλήρη στελέχωση. Ο έλεγχος των κατασκευών μέχρι την αυτοψία να γίνεται από τις υπάρχουσες πολεοδομίες, ενώ να υπάρχει συνεχής έλεγχος των κατασκευών από σώμα ειδικών μηχανικών, βασισμένος στο «πράσινο κουτί» που θα περιέχει το σύνολο των μελετών και τροποποιήσεων τους.

–          Να αναθεωρηθεί ο ΓΟΚ στα σημεία που χρειάζεται και μόνο σ’ αυτά.

–          Να προχωρήσουμε στην απλοποίηση και την αποσαφήνιση της νομοθεσίας.

–          Να αντιμετωπισθεί η αυθαίρετη δόμηση στα πλαίσια που επιβάλει το Σύνταγμα, με τρόπο που δεν θα περνά κανένα μήνυμα δικαίωσης όσων έχουν αυθαιρετήσει. Να εξασφαλιστεί, γνωρίζοντας ότι στην πράξη έχουν ακυρωθεί όλες οι – πολλαπλές- σχετικές νομοθετικές ρυθμίσεις από το 1956, πως οι πόροι από τα πρόστιμα θα διατίθενται υπέρ της περιβαλλοντικής αναβάθμισης σε τοπικό επίπεδο.

Σε ό,τι αφορά το περιβάλλον,

–          Θα επιμείνουμε σε «δεσμευτικούς, αλλά διαφοροποιημένους στόχους για όλες τις χώρες» που θα διασφαλίζουν ότι οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου θα κορυφωθούν το συντομότερο δυνατό και σε κάθε περίπτωση πριν το 2020.Κάθε στόχος πρέπει να είναι επιτεύξιμος, μετρήσιμος, επαληθεύσιμος, φιλόδοξος, και δεσμευτικός προκειμένου να είναι αξιόπιστος.

–          Και στους τέσσερις τομείς-ενέργεια, βιομηχανία, κατασκευές και μεταφορές-οι τεχνολογίες και οι διαδικασίες που είναι διαθέσιμες κάνουν δυνατή την εξοικονόμηση ενέργειας και την μείωση των εκπομπών αερίων. Πρέπει να γίνουν αλλαγές στα τεχνολογικά συστήματα και στις κατασκευές.

–          Τομείς που δεν έχει συνειδητοποιηθεί η περιβαλλοντική διάσταση τους στο πραγματικό της μέγεθος: χωροταξικές ρυθμίσεις, σιδηροδρομικό δίκτυο υψηλής ταχύτητας απέναντι στην αυτοκίνηση και τα αεροπορικές –κοντινές- διαδρομές, έξυπνα δίκτυα ηλεκτρισμού, ενεργειακά συστήματα τα οποία θα μεγιστοποιούν την ικανότητα χρήσης ενέργειας από τον άνεμο, τον ήλιο και τη θάλασσα, χρήση υπηρεσιών Τεχνολογιών, Πληροφορικής και Επικοινωνιών.

–          Αποτελεσματικότερη διαχείριση και  χρήση των υδατικών πόρων.

Η στροφή σε μια οικονομία φιλική προς το περιβάλλον μπορεί να λειτουργήσει ως μοχλός ανάπτυξης και τόνωσης της απασχόλησης σε μια πληθώρα αντικειμένων όπως η διαχείριση των αποβλήτων, η πρόληψη και ο  έλεγχος της  ατμοσφαιρικής  ρύπανσης, η ανακύκλωση, η ενέργεια, η διατήρηση της βιοποικιλότητας και του φυσικού περιβάλλοντος, η  ανάπλαση των αστικών περιοχών, η βιολογική γεωργία και κτηνοτροφία, ο οικοτουρισμός, οι καθαρές τεχνολογίες, οι μεταφορές, οι καινοτόμοι τρόποι παραγωγής και παροχής υπηρεσιών.

Για τη βιομηχανία, με την ευρεία έννοια της, ζητάμε:

–          Να μεταβούμε από τη βιομηχανία χαμηλού κόστους στην υψηλή εξειδίκευση, όπως ταιριάζει στο ανθρώπινο και επιστημονικό δυναμικό της χώρας.

–          Να αξιοποιηθεί επιτέλους η γνώση και τα αποτελέσματα της ερευνητικής δραστηριότητας και να ενσωματωθούν οι τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών, ιδιαίτερα στις ΜΜΕ.

–          Να αναδιοργανωθεί το οργανωτικό και τεχνολογικό πλαίσιο με βάση το οποίο αξιοποιείται η εργασία, ώστε να καλύψουμε την υστέρησή μας που δεν αφορά την ανταγωνιστικότητα ανά εργαζόμενο, αλλά την ανταγωνιστικότητα ανά ώρα εργασίας.

–          Να αξιοποιηθεί η ανάπτυξη με περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά ως μοχλός παραγωγής εγχώριας προστιθέμενης αξίας και διεύρυνσης της απασχόλησης.

–          Να χαραχθεί ρεαλιστική και φιλόδοξη μακρόπνοη στρατηγική για   βασικούς πυλώνες της Ελληνικής οικονομίας, όπως οι  κατασκευές, η κατοικία,  ο τουρισμός, η ναυτιλία η πληροφορική, τα δομικά προϊόντα,  τα τρόφιμα – ποτά.

–          Να συνταχθεί χάρτης προοπτικής απασχόλησης για όλους τους εργαζόμενους

8. Τα βαθιά αίτια της κρίσης δεν θα ξεριζωθούν χωρίς μεταρρυθμίσεις παντού: στην παιδεία, τη δημόσια διοίκηση, την ενίσχυση της δημοκρατίας.

Με την πεποίθηση ότι κανείς κλάδος δεν μπορεί να κλείνει τα μάτια μπροστά στην ανάγκη για αλλαγές σε ολόκληρο το φάσμα της δημόσιας σφαίρας, καταθέτουμε με υπευθυνότητα της προτάσεις μας.

Στο κρίσιμο τομέα της παιδείας:

–          Απαιτούμε δημόσια και δωρεάν τριτοβάθμια εκπαίδευση.

–          Πιστεύουμε σε μεταρρυθμίσεις με προοπτική ενίσχυσης της δυναμικής της ελληνικής οικονομίας και όχι στις συγκυριακές αλλαγές και την εμπορευματοποίηση.

–          Στηρίζουμε την αναβάθμιση των ΑΕΙ μέσα από τη χωροταξική και θεματική αναδιάρθρωση τους και την αριθμητική τους μείωση.

Ειδικά σε ό,τι αφορά την τεχνική εκπαίδευση, διεκδικούμε:

–          Να παράγεται από την ανώτατη εκπαίδευση μόνο μια κατηγορία μηχανικών με πέντε χρόνια ενιαίων σπουδών.

–          Να συσσωματωθούν τα ΤΕΙ στις αντίστοιχες Πολυτεχνικές σχολές και να αξιοποιηθούν όλοι οι καθηγητές τους σύμφωνα με τα προσόντα τους.

–          Να διασφαλιστούν τα επαγγελματικά δικαιώματα σε όλους με αίσθημα δικαίου, με απόδοση της σχετικής αρμοδιότητας στο ΤΕΕ.

–          Να προωθηθεί ουσιαστικά η λογική της διεπιστημονικής και διατεχνικής ομάδας, όπου όλοι έχουν σημαντικό ρόλο και για όλους απαιτείται ένα ελάχιστο επίπεδο γνώσεων.

-Να ιδρυθούν δημόσιες σχολές για την παραγωγή μεσαίων και  ανώτερων στελεχών.

Ως προς τη δημόσια διοίκηση, πιστεύουμε ότι μπορεί και πρέπει να συντονίσει τη νέα αναπτυξιακή προσπάθεια. Δεν γίνεται διαφορετικά, έχουμε ζήσει την αποτυχία κάθε εναλλακτικής πρότασης Η υπονόμευσή της, που είναι και βασική αιτία της απαξίωσης της οικονομίας, πρέπει επιτέλους να σταματήσει. Χρειαζόμαστε μια Διοίκηση ισχυρή και ικανή, με πλήρεις, σύγχρονες  τεχνικές υπηρεσίες, με ανανέωση του στελεχιακού της δυναμικού, ώστε να μπορεί να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των καιρών.

Οι μηχανικοί πιστεύουμε ότι η δημοκρατία είναι μια καθημερινή άσκηση. Είναι η προϋπόθεση της κοινωνικής συνοχής, της προκοπής και της ευημερίας του τόπου.

Γι’ αυτό ζητάμε:

–          Την αποκατάσταση της έννοιας και της πρακτικής της διαβούλευσης που ακυρώθηκε στην πράξη με τον τρόπο που αντιμετωπίσθηκε το φορολογικό και το ασφαλιστικό.

–          Αξιολόγηση και λογοδοσία παντού με ουσιαστική απόδοση ευθυνών.

–          Απλή κωδικοποιημένη νομοθεσία, παντού και άμεσα, για να πάψει το θολό νομοθετικό τοπίο να λειτουργεί ως μήτρα διαφθοράς.

–          Καθαρές, σταθερές, κοινωνικά υγιείς εργασιακές σχέσεις.

Σε ό,τι αφορά ειδικότερα θέματα των μηχανικών, απαιτούμε:

–          Άρση της ποινικοποίησης, η οποία έχει επιβληθεί σε ολόκληρο τον κλάδο, με το απαράγραπτο του αδικήματος (το οποίο εγκαλείται δεκαετίες μετά την πιθανολογούμενη διάπραξη του υπό τελείως διαφορετικές συνθήκες) και τις καθημερινές διώξεις χωρίς αντιστοίχιση σε νομικές διατάξεις.

–          Καταβολή των δεδουλευμένων.

–          Αποκλεισμό των πολιτικών ηγεσιών από επιλογές τεχνικού χαρακτήρα, αλλά και έλεγχος των επιλογών αυτών.

–          Εργασία στους νέους και σύνταξη σε όσους το δικαιούνται και όχι εργασία στους απόμαχους και ανεργία στους νέους.

–          Καταδίκη της παραβίασης του κώδικα δεοντολογίας των μηχανικών, όπου αυτή εντοπίζεται, όπως επίσης και κάθε παράνομης συναλλαγής, είτε αυτό αφορά Διεύθυνση της ΕΕ, είτε δημόσια υπηρεσία, είτε έναν αιρετό άρχοντα, είτε τον οποιοδήποτε μηχανικό.

9. Τι κάνουμε:

Απέναντι στην κρίση, οι μηχανικοί δίνουμε δυναμικό, διεκδικητικό, υπεύθυνο παρόν. Έχουμε τα εργαλεία για να πετύχουμε την έξοδο από την κρίση με τις λιγότερες δυνατές συνέπειες. Για να διασφαλίσουμε μια καλύτερη μέρα για τον τόπο και τον κλάδο μας. Θα ασκήσουμε κάθε πίεση ώστε να μη χαθεί η μοναδική ευκαιρία για τις αλλαγές που έχει ανάγκη η χώρα.

Κουβαλάμε μια παράδοση που συντάσσει πάντα το σώμα των μηχανικών με την πρόοδο. Δεν μας ταιριάζει, ούτε ατομικά, ούτε συλλογικά, η παραίτηση και ο ρόλος του παρατηρητή.

Δείτε επίσης : Μέτρα για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης στον κατασκευαστικό κλάδο που πρότεινε το ΤΕΕ σε συνεργασία με 15 φορείς του Κατασκευαστικού κλάδου και των Δομικών Υλικών.

Σχετικό Άρθρο: Τι κάναμε και τι θέλουμε από το ΤΕΕ